Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2025
Ποτέ να μη χορταίνεις επικαλούμενος τον Ιησού!
Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη
Με άλλο τρόπο δεν μπορεί ο άνθρωπος να φυλάξει την πρώτη και μεγάλη εντολή, δηλαδή το «να αγαπήσεις Κύριον τον Θεό σου με όλη την καρδιά σου και με όλη τη ψυχή σου και με όλη τη δύναμή σου και με όλη τη διάνοιά σου», καθώς μας προστάξει ο Κύριος (Λουκ. 3, 27), παρά με το μέσον της νοεράς προσευχής.
Νοερά και καρδιακή προσευχή, κατά τους Αγίους Πατέρες που ονομάζονται Νηπτικοί, είναι κυρίως το να συμμαζεύει ο άνθρωπος το νου του μέσα στην καρδιά του, και χωρίς να λαλεί με το στόμα, αλλά μόνο με τον «ενδιάθετο λόγο», ο οποίος λαλείται μέσα στην καρδιά, να λέγει τη σύντομη αυτή και μονολόγιστη προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», κρατώντας και λίγο την αναπνοή.
Έτσι μέσα στα ίδια τα βάθη της καρδιάς του επικαλείται το πανάγιο όνομα του Κυρίου, ζητεί με επιμονή το έλεός Του προσέχοντας αποκλειστικά και μόνο στα λόγια της προσευχής και τίποτε άλλο δεν δέχεται ούτε από μέσα ούτε απ’ έξω, διατηρώντας τη διάνοιά του εντελώς ασχημάτιστη, χωρίς καμία εικόνα. Την δε αφορμή και το περιεχόμενο αυτής της εργασίας την πήραν όσοι ασχολούνται μ’ αυτήν από την ίδια τη διδασκαλία του Κυρίου, ο οποίος σε κάποιο σημείο λέγει: «Η Βασιλεία του Θεού είναι μέσα μας» (Λουκ. 17, 21), και σε κάποιο άλλο: «Υποκριτή, καθάρισε πρώτα το εσωτερικό του ποτηριού και του πίατου, για να γίνει και το εξωτερικό καθαρό» (Ματθ. 23, 26).
Και ο Απόστολος Παύλος γράφει στους Εφεσίους: «γι’ αυτό γονατίζω, μπροστά στον Πατέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και παρακαλώ να ενισχύει πλουσιοπάροχα και δυναμικά με το Πνεύμα του, τον εσωτερικό σας άνθρωπο, να κατοικήσει ο Χριστός στις καρδιές σας με την πίστη» (Εφεσ. 3, 14).
Τί σαφέστερο θα μπορούσε να υπάρχει από αυτή τη μαρτυρία; Ότι τούτο είναι απαραίτητο, το διδάσκει το Πνεύμα το Άγιο σε κάθε ευσεβή και σε μύριες όσες άλλες σελίδες της Νέας Γραφής, όπως μπορούν να διαπιστώσουν όσοι τις ερευνούν προσεκτικά.
Από αυτή την πνευματική και επιστημονική εργασία, όταν συνοδεύεται από την όσο το δυνατόν ακριβέστερη πραγματοποίηση των αρετών, από την θέρμη που δημιουργείται στη καρδιά και από την πνευματική ενέργεια που ακολουθεί την επίκληση του Παναγίου ονόματος, καταστρέφονται τα πάθη ο νους και η καρδιά σιγά-σιγά καθαρίζονται και ενώνονται μεταξύ τους, όποτε οι σωστικές εντολές κατορθώνονται ευκολότερα… Και για να ειπώ με συντομία, με αυτόν τον τρόπο μπορούμε γρηγορότερα να επανέλθουμε στην τελεία χάρη του Πνεύματος που μας δόθηκε στην αρχή, η οποία υπάρχει μέσα μας, άλλα σαν την σπίθα που κρύβεται στη στάχτη έχει καταχωθεί κι αυτή μέσα στα πάθη, και να την δούμε να λάμπει δυνατά και να φωτίζει το νου μας και στη συνέχεια να τελειωθούμε και να θεοθούμε με τον κατάλληλο τρόπο.
Εάν δε κάποτε μερικοί ξέφυγαν λίγο, τί το θαυμαστό; Αυτό το έπαθαν τις περισσότερες φορές από οίηση, όπως λέγει ο Σιναΐτης Γρηγόριος. Εγώ νομίζω ότι το κύριο αίτιο της παρεκτροπής τους είναι το ότι δεν ακολούθησαν με ακρίβεια τη διδασκαλία των Πατέρων για την εργασία αύτη· δεν ευθύνεται η ίδια η εργασία, για όνομα του Θεού.
Επειδή αυτή είναι αγία και με αυτήν παρακαλούμε να απαλλαγούμε από όλη την πλάνη· επειδή και η εντολή του Θεού η οποία οδηγεί στη ζωή, όπως λέει ο Παύλος, «βρέθηκε να κοστίσει σε μερικούς τον θάνατο, αυτό όμως δεν έγινε εξαιτίας της εντολής. Και πώς να γίνει, αφού αυτή είναι αγία και δίκαιη και αληθινή;» (Ρωμ. 7, 10-12). Αλλά έγινε εξαιτίας της μοχθηρίας εκείνων που την έπραξαν κάτω από την κυριαρχία της αμαρτίας. Τί λοιπόν να κάνουμε; Να καταδικάσουμε τη θεία εντολή για την αμαρτία μερικών; Και να παραμελήσουμε μία τέτοια σωτηριώδη εργασία εξαιτίας της παρεκκλίσεως μερικών; Με κανένα τρόπο. Ούτε εκείνη, ούτε αυτή. Αλλά μάλλον έχοντας θάρρος σ’ Εκείνον που είπε «Εγώ είμαι ο δρόμος, η αλήθεια και η ζωή» (Ιω. 14, 6) με πολλή ταπεινοφροσύνη και πενθική διάθεση ας επιχειρήσουμε το έργο. Γιατί όταν κάποιος είναι απαλλαγμένος από την οίηση και την ανθρωπαρέσκεια, ακόμη κι αν ολόκληρη η στρατιά των δαιμόνων συγκρουστεί μαζί του, ούτε να τον πλησιάσει δεν θα μπορέσει, σύμφωνα με τη διδασκαλία των Πατέρων.
Ο Ιησούς ας είναι το γλυκό μελέτημα της καρδίας σου· ο Ιησούς ας είναι το εντρύφημα της γλώσσας σου· ο Ιησούς ας είναι η αναπνοή σου· και ποτέ να μη χορταίνεις επικαλούμενος τον Ιησού. Διότι από αυτή τη συνεχή και γλυκύτατη μνήμη του Ιησού θα φυτευτούν, θα αυξηθούν και θα γίνουν μεγάλα δένδρα στη καρδιά σου οι τρεις μεγάλες εκείνες και θεολογικές αρετές: η πίστη, η ελπίδα και η αγάπη. Η ψυχή η οποία αγαπά τον Ιησού, επειδή ο Ιησούς είναι στους ουρανούς και δεν είναι ορατός, ώστε να τον βλέπει και να τον απολαμβάνει, με άλλο τρόπο δεν μπορεί να παρηγορεί την αγάπη της προς Αυτόν παρεκτός με την συνεχή ενθύμηση του αγίου Του ονόματος, με το να βοά πάντοτε με αγάπη και δάκρυα και πόνο καρδιάς: Ιησού μου, Ιησού μου αγαπημένε.
Ερωτικόν προς τον Ιησούν
Ένα θαυμάσιο ποίημα του Αγίου Γέροντα Ιωσήφ Ησυχαστού
Καλή Χρονια κ ευλογημένη!
τρελο-γιάννης
Άγιος Σωφρόνιος _«Ο άνθρωπος είναι ένας μικρόκοσμος. Μετανοεί, γίνεται άγιος, δέχεται ολόκληρο τον κόσμο και έτσι λαμβάνει χώρα μια μικρή δημιουργία.»
Εδώ ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα από τα πιο δύσκολα ερωτήματα της πνευματικής ζωής, που αποτελεί εμπόδιο για τη μεγάλη πλειοψηφία των σοφών αυτού του κόσμου. ...
Η πίστη είναι δύσκολη για κάποιον που έχει συνηθίσει να ζει σύμφωνα με τη λογική του. Αλλά πρέπει να έχουμε επίγνωση, αφού εξετάσαμε τον εαυτό μας με προσοχή, ότι η ανθρώπινη διάνοια είναι εξαιρετικά περιορισμένη και ανίκανη από μόνη της να διεισδύσει στα μυστήρια του Θεού. Αυτό που έρχεται πρώτο είναι η πίστη, η οποία είναι ασύγκριτα πιο λεπτή, πιο τέλεια και πιο απεριόριστη από τη διάνοια. Μόνο αργότερα, με πνευματική εμπειρία, ο άνθρωπος φτάνει στο στάδιο όπου αρχίζει να καταλαβαίνει την αλήθεια και με το μυαλό του. Είναι αδύνατο να το εξηγήσεις αυτό σε κάποιον αρκεί να μην γνωρίζει την πνευματική ζωή από εμπειρία. Έτσι και ο θεϊκός Γρηγόριος του Σινά λέει ότι την αλήθεια την γνωρίζει το πνεύμα. Υπάρχει ένα αίσθημα που δίνει χάρη, και η κατανόηση του και η έκφρασή του με λόγια είναι συνέπεια αυτού του συναισθήματος που δίνει χάρη.
— Απόσπασμα από: Αγωνίζοντας για γνώση του Θεού (Αλληλογραφία με τον David Balfour) • Επιστολή 6 (σ. 96-97) • Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος (Σαχάρωφ)
Ό παπα Χρυσόστομος ὁ Γρηγοριάτης

Ο Δρόμος προς το Φως
Απαγγέλει ο ποιητής Πάμπος Κουζάλης Κάθε παραμονή Πρωτοχρονιάς, λίγο πριν αλλάξει ο χρόνος φορεσιά, κοντοστέκονται για λίγο οι λεπτοδείχτες. Πολύ λίγο, όσο για να πάρουμε μια βαθιά ανάσα και να στρέψουμε τα μάτια της ψυχής σ’ εκείνους που μας λείπουν, σ’ εκείνους που λείπουν από τη μοιρασιά της χαράς. Να προλάβουμε να μετρήσουμε τι πήραμε, τι δώσαμε, τι μας απομένει και ποιοι έχουν ανάγκη ό,τι μας περισσεύει. Να θυμηθούμε ποιοι είμαστε, πώς φτάσαμε ως εδώ, ποιους αγαπούμε κι αν τους το έχουμε πει. Σε ποιους χρωστάμε ευγνωμοσύνη, πόσες συγγνώμες οφείλουμε και πόσα «ευχαριστώ». Να μη λησμονήσουμε πως πάνω απ’ τ’ αγριεμένα σύννεφα μάς περιμένει πάντα ένας ήλιος ή μια αστροφεγγιά. Και να το λέμε δυνατά αυτό για να το ακούνε κι όσοι περπατάνε με τα μάτια κλειστά και προσπερνούν τα φωτεινά χαμόγελα της κάθε μέρας. Για να το ακούνε όσοι έχουν συνηθίσει να βλέπουν τον κόσμο μέσα από το στόχαστρο των όπλων τους. Όσοι έχουν μάθει να λύνουν τις διαφορές τους με το πάτημα της σκανδάλης. Όσοι είναι μαθημένοι πια στο κροτάλισμα των πολυβόλων. Όσοι αναγκάζουν έναν πατέρα, έναν αδελφό, έναν φίλο ν’ αφήσει τους δικούς του ανθρώπους και τη ζεστασιά του σπιτιού του, ν’ αφήσει αναπάντητη την απορία και τον τρόμο στο βλέμμα ενός μικρού παιδιού, για να πάει να συναντήσει σφαίρες εχθρικές σε χαρακώματα και πολεμίστρες. Ας μιλήσουμε επιτέλους τη γλώσσα της μουσικής, ας λευτερώσουμε τα λόγια της καρδιάς ν’ ακουστούν τραγουδιστά κι ας χορέψουμε με ξένους και δικούς. Ας επιστρέψουμε στην αρχή για να συλλαβίσουμε την άδολη αγάπη, να μάθουμε ξανά το χάδι, να ανταμώσουμε το παιδί που εγκαταλείψαμε. Ας μοιραστούμε ό,τι μας δόθηκε, ας κόψουμε το ψωμί στα δυο, ας δώσουμε όλοι για να γίνουμε όλοι πλουσιότεροι. Την καινούργια μέρα που θα ξημερώσει ας τη δούμε με άλλα μάτια. Ας ακολουθήσει το βλέμμα μας το κελαρυστό γέλιο του ήλιου, το λίκνισμα της θάλασσας, το ψιθύρισμα του αγέρα, τους στεναγμούς των λουλουδιών, το αγκάλιασμα των δέντρων, τη ζωή! Ας μην αφήσουμε λοιπόν κανένα να περάσει μόνος τα σύνορα του χρόνου κι ας μη χάσουμε ποτέ τον δρόμο προς το φως!
Η ονοματοδοσία του Χριστού

Καποδίστριας: Ο πρώτος που έθεσε την Κύπρο εντός των ορίων της Ελλάδας – Τι αναφέρουν ιστορικές μαρτυρίες

«Η Ελλάδα ευλογήθηκε με τη γέννηση του Ιωάννη Καποδίστρια. Όλη του η ζωή ήταν ένα στρατήγημα. Όταν έλαβε την εντολή να κυβερνήσει επιτέλεσε την αποστολή του, υπηρετώντας με τιμή την ανώτερη αξία των Ελλήνων που είναι η προάσπιση της Ελλάδος και του ελληνισμού και μας άφησε την ευθύνη για να μην χαθεί ο ευλογημένος σπόρος που έριξε», γράφει, μεταξύ άλλων, ο Γιάννης Σμαραγδής στο σκηνοθετικό σημείωμα της ταινίας «Καποδίστριας». Η επίσημη πρεμιέρα του «Καποδίστρια», ανήμερα των Χριστουγέννων, έφερε εδώ και εβδομάδες στην επικαιρότητα την προσωπικότητα και το έργο του Κερκυραίου διπλωμάτη και πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας.
Ιδίως στην Κύπρο, αναδείχθηκαν, ξανά, και οι κυπριακές ρίζες του, βάσει της καταγωγής της μητέρας του Αδαμαντίας από τη μεσαιωνική οικογένεια Γονέμη. Οπωσδήποτε, όμως, η σημασία του Ιωάννη Καποδίστρια για την Κύπρο δεν εδράζεται, μόνο, στη γενεαλογική σύνδεση. Άλλωστε, ήδη από το 1606 η οικογένεια Γονέμη ήταν εγγεγραμμένη στο «Libro d’ Oro» της Κέρκυρας. Εδράζεται, κυρίως, στο γεγονός πως ο Καποδίστριας ήταν ο πρώτος, που έθεσε επίσημα την Κύπρο, εντός των δικαιωματικών ορίων της Ελλάδας.
Υπενθυμίζεται πως, μετά το μακελειό του Ιουλίου του 1821, εκατοντάδες Κύπριοι μετέβησαν στην Ελλάδα, πολέμησαν και θυσίασαν περιουσίες. Ορισμένοι κατέφυγαν καταρχάς στην Ευρώπη, αναζητώντας υποστήριξη για την απελευθέρωση της πατρίδας τους. Όπως τονίστηκε στη γνωστή, υπογεγραμμένη από 18 Κύπριους φυγάδες, Διακήρυξη της 6ης Δεκεμβρίου 1821, η διολίσθηση της τυραννικής διοίκησης των Τούρκων σε ληστεία και, ιδίως, οι σφαγές, οι εξανδραποδισμοί και τα άλλα τραγικά και αποτρόπαια του Ιουλίου απονομιμοποίησαν πλήρως την οθωμανική διοίκηση. Η διατύπωση προβάλλει, επίσης τον αυτοπροσδιορισμό των χριστιανών της Κύπρου ως Ελλήνων και τη σύνδεση της μοίρας του νησιού με εκείνην των υπόλοιπων ελληνικών περιοχών. «Συμφώνως με τους λοιπούς αδελφούς ημών Έλληνας θέλομεν προσπαθήσει την Ελευθερίαν της ειρηνικής ημών, πάλαι μεν μακαρίας, ήδη δε τρισαθλίας Νήσου Κύπρου», επισημάνθηκε εμφαντικά.
Το ιουλιανό αιματοκύλισμα και η συμβολή των Κυπρίων στην Ελληνική Επανάσταση προσέφεραν στον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια το έρεισμα, ώστε, στα 1827-1828, να περιλάβει στα δικαιωματικά όρια της Ελλάδας και του υπό διαμόρφωση ελληνικού κράτους και την Κύπρο.
Συγκεκριμένα, τον Σεπτέμβριο του 1827, ευρισκόμενος ακόμη στην Ευρώπη, ο Καποδίστριας κλήθηκε εγγράφως από τον Βρετανό Υφυπουργό Άμυνας και Αποικιών Robert Wilmot-Horton, να προσδιορίσει την Ελλάδα και τα όριά της.
Απαντώντας, ο Καποδίστριας εξήγησε πως το ελληνικό έθνος συνίστατο από τους ανθρώπους, οι οποίοι μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης διατήρησαν την Ορθόδοξη πίστη και τη γλώσσα των πατέρων τους, σε όποιο μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και αν κατοικούσαν. Γλώσσα και θρήσκευμα θεμελίωναν δικαιώματα συμπερίληψης στα όρια της Ελλάδας, τα οποία δεν κατόρθωσαν να παραγράψουν ούτε ο χρόνος, ούτε οι συμφορές, ούτε οι κατακτήσεις. Τα δικαιώματα αυτά ενισχύθηκαν από το αίμα, το οποίο είχε χυθεί στις σφαγές της Κύπρου, της Χίου, της Κρήτης, των Κυδωνιών, των Ψαρών και του Μεσολογγίου καθώς και στις πολυάριθμες ναυμαχίες και πεζομαχίες, στις οποίες δοξάσθηκε το ελληνικό έθνος. Συνεπώς, η διεκδίκηση των περιοχών, οι οποίες διατήρησαν ελληνική τη γλώσσα και ορθόδοξο χριστιανικό το θρήσκευμα και, επιπλέον, είχαν πληρώσει βαρύ φόρο αίματος, συνιστούσε «χρέος ιερόν και απαραβίαστον».
Ακολούθως, ο Καποδίστριας προέβαλε ευφυώς και τις ευθύνες των Μεγάλων Δυνάμεων, τονίζοντας τους συλλογισμούς και τα αισθήματα που θα δημιουργούσε στους αλυτρώτους η εγκατάλειψή τους υπό τον μωαμεθανικό ζυγό.
Κατά το τελευταίο τετράμηνο του 1828 πραγματοποιήθηκε, στον Πόρο, Πρεσβευτική Διάσκεψη με αντικείμενο τον καθορισμό των συνόρων του ελληνικού κράτους. Σύμφωνα με τις οδηγίες, τα σύνορα έπρεπε να περιλαμβάνουν το μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού πληθυσμού που είχε πολεμήσει εναντίον της Πύλης, να καθορίζονται σαφώς και να προστατεύονται εύκολα. Στις οδηγίες προτάθηκαν τέσσερις εναλλακτικές εκδοχές (από γραμμή Παγασητικού-Αχελώου έως γραμμή Ισθμού).
Σε ρηματική δήλωσή του, ο Καποδίστριας, περιέλαβε, καταρχάς, στα δικαιωματικά σύνορα της Ελλάδας όλα τα εδάφη όπου υπήρξε έστω κάποια εμβρυακή επαναστατική ανάφλεξη. Ειδικά για τα νησιά, τόνισε πως ιστορία και μνημεία συνηγορούσαν πως και η Κύπρος, και η Ρόδος και πολλά άλλα ήταν «αποσπάσματα» της Ελλάδας. Ωστόσο, η ανάλυση της φυσιογνωμίας συγκεκριμένων περιοχών, στο ίδιο κείμενο, μαρτυρεί πως η αναφορά στην Κύπρο ήταν, ουσιαστικά, φιλολογική. Ο Καποδίστριας προέβαλε τις μέγιστες εδαφικές διεκδικήσεις, αλλά κατανοούσε πως, βάσει των γεωπολιτικών δεδομένων, έπρεπε να συμβιβαστεί με πολύ λιγότερα.
Με τις συνθήκες των ετών 1830-1832 η Κύπρος παρέμεινε υπόδουλη, όπως και πολλές άλλες περιοχές με πολλαπλή προσφορά στον Αγώνα. Το ανεξάρτητο Βασίλειο της Ελλάδας οριζόταν στα βόρεια από τη γραμμή Αμβρακικού-Παγασητικού, περιλαμβάνοντας την Πελοπόννησο, τα νησιά του Αργοσαρωνικού, τη Στερεά Ελλάδα, την Εύβοια, τις Σποράδες και τις Κυκλάδες.
Η αδυναμία άμεσης προσάρτησης ήταν κατανοητή και από τους πλείστους Κυπρίους. Έτσι, όσοι κατέφυγαν στην Ελλάδα ζητούσαν, έστω, αποζημίωση έναντι των επαναστατικών θυσιών και αποκατάσταση σε θέσεις ανάλογες της προσφοράς και των προσόντων τους.
Βεβαίως, ήταν εξαρχής κοινή η πεποίθηση πως το κράτος του 1832 αποτελούσε μόνο τον πυρήνα, ο οποίος σταδιακά θα ενσωμάτωνε όλα τα αλύτρωτα μέρη.
Κατά τους πολέμους της Ελλάδας που ακολούθησαν, για την ενσωμάτωση και προάσπιση εδαφών, οι Κύπριοι εξακολούθησαν να δίνουν ποικιλοτρόπως το παρών, ελπίζοντας και στη δική τους εθνική αποκατάσταση. Μαρτυρημένα, σε αυτό συνέβαλαν τόσο το πρότυπο του 1821 όσο και η διατύπωση, διεθνώς, των ιστορικών δικαίων των Ελλήνων Κυπρίων από τον Καποδίστρια. Άλλωστε, ακόμα και κατά τον Αγώνα της ΕΟΚΑ, οι καποδιστριακές διεκδικήσεις και η σχετική επιχειρηματολογία αποτελούσαν σημεία αναφοράς σε διαφωτιστικά κείμενα και ομιλίες με ζητούμενο την Ένωση.
Η Ένωση ως όραμα συνεθλίβη, αλλά, το 1980 πια, η ιστορικότητα του κυπριακού ελληνισμού και η ενότητα του ελληνισμού ως πολιτισμικού συνόλου προβλήθηκαν και από τον Οδυσσέα Ελύτη, σε ομιλία του στην Κύπρο, όπου και τονίστηκε η επαλήθευση, στο νησί, της προσωπικής ταυτότητας ως μέλους μια κοινότητας, η οποία ως γένος «επέτυχε πάντοτε, κάτω από ποικίλες περιστάσεις, δραματικές, εξοντωτικές κάποτε».
Οπωσδήποτε, η επιτυχία αυτή πιστώνεται και στους αγώνες του Καποδίστρια για τη διεθνή προβολή των δικαιωμάτων των ελληνικών τόπων και τη δημιουργία αξιοσέβαστου, ευνομούμενου κράτους. Εξάλλου, ανεξαρτήτως αξιολόγησης της ταινίας του Σμαραγδή και της πολιτικής του Καποδίστρια ουδείς αμφισβητεί πως ο τελευταίος υπηρέτησε έντιμα «την ανώτερη αξία των Ελλήνων που είναι η προάσπιση της Ελλάδος και του ελληνισμού».
Δρ Ιστορίας Α.Π.Θ.
φιλευλευθερος
*Το άρθρο βασίστηκε σε εισήγηση, στο πλαίσιο επιστημονικής ημερίδας, με θέμα «1825-2025: Μία κριτική εξέταση των διαχρονικών προτάσεων ενσωμάτωσης της Κύπρου στην Ελλάδα» (Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών & Πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφος, 18.10.2025). Βλ. τις εργασίες της ημερίδας στο κανάλι του Π.Ν.Π.: https://www.youtube.com/watch?v=c5-OcJkN3xE
Υπάρχουν στιγμές που ο Θεός δεν μας μιλά με λόγια, αλλά με σιωπή.

ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗ ΣΙΒΗΡΙΑ

«Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά»

Τα κάλαντα που λέμε Παραμονή Πρωτοχρονιάς (31/12), και οι εκδοχές που υπάρχουν.
Την παραμονή του νέου έτους λέγονται τα Κάλαντα της Πρωτοχρονιάς, ένα έθιμο που διατηρείται αναλλοίωτο στη διάρκεια των χρόνων.
Έτσι, 31 Δεκεμβρίου τα παιδιά με τα γνωστά τρίγωνα στο χέρι γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι και λένε τα κάλαντα για να μπει με το καλό ο νέος χρόνος.
Η προέλευση
Η λέξη κάλαντα προέρχεται από τη λατινική «calenda», που σημαίνει
αρχή του μήνα. Πιστεύεται ότι η ιστορία τους προχωρεί πολύ βαθιά στο
παρελθόν και συνδέεται με την Αρχαία Ελλάδα. Έχουν βρεθεί αρχαία γραπτά
κομμάτια παρόμοια με τα σημερινά κάλαντα.
Τα παιδιά της εποχής εκείνης κρατούσαν ομοίωμα καραβιού που παρίστανε
τον ερχομό του θεού Διόνυσου. Άλλοτε κρατούσαν κλαδί ελιάς ή δάφνης στο
οποίο κρεμούσαν κόκκινες και άσπρες κλωστές. Σε αυτές τις κλωστές έδεναν
τις προσφορές των νοικοκύρηδων.
Τα κάλαντα είναι μίγμα θρησκευτικού και κοσμικού περιεχομένου. Στην αρχή εξαγγέλλεται και περιγράφεται το θρησκευτικό γεγονός και μετά ακολουθούν τα εγκώμια για τα διάφορα πρόσωπα της οικογένειας ανάλογα με τα χαρίσματα τους, την ηλικία τους, το επάγγελμα τους ή την κοινωνική τους θέση.
Λίγα λόγια για το έθιμο
Τα κάλαντα είναι ελληνικό έθιμο που διατηρείται μέχρι και σήμερα με τα παιδιά να γυρνούν από σπίτι σε σπίτι δύο μαζί ή και περισσότερα και να τραγουδούν τα κάλαντα συνοδεύοντας το τραγούδι τους με το τρίγωνο ή ακόμα και κάποιο μουσικό όργανο
Τα παιδιά γυρνούν από σπίτι σε σπίτι, χτυπούν την πόρτα και ρωτούν: «Να τα πούμε;». Αν η απάντηση από τον νοικοκύρη ή την νοικοκυρά είναι θετική, τότε τραγουδούν τα κάλαντα για μερικά λεπτά τελειώνοντας με την ευχή «Και του Χρόνου. Χρόνια Πολλά». Κάποιος από το σπιτικό δίνει κάποιο χρηματικό ποσό στα παιδιά. Αυτό είναι κάτι που άλλαξε στη διάρκεια των χρόνων καθώς παλιότερα τους πρόσφερε μελομακάρονα ή κουραμπιέδες ή κάποιο άλλο εορταστικό γλυκό.
Κάλαντα λέγονται την παραμονή των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων και είναι διαφορετικά για κάθε γιορτή.
Τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς
Κάλαντα, Πρωτοχρονιά, Έθιμο
Α
Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά
ψηλή μου δεντρολιβανιά
κι αρχή καλός μας χρόνος
εκκλησιά με τ’ άγιο θρόνος.
Αρχή που βγήκε ο Χριστός
άγιος και Πνευματικός,
στη γη να περπατήσει
και να μας καλοκαρδίσει.
Αγιος Βασίλης έρχεται,
άρχοντες το κατέχετε (ή “και δε μας καταδέχεται”),
από την Καισαρεία,
συ’ σαι αρχόντισσα κυρία.
Βαστά εικόνα και χαρτί,
Ζαχαροκάντιο ζυμωτή
χαρτί, χαρτί και καλαμάρι
δες και, δες και με το παλικάρι.
Το καλαμάρι έγραφε,
την μοίρα του την έλεγε
και το, και το χαρτί ωμίλει
Αγιε μου καλέ Βασίλη.
Πανελλήνια Β’
Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, ψηλή μου δεντρολιβανιά
κι αρχή, κι αρχή καλός μας χρόνος,
εκκλησιά, εκκλησιά με τ άγιο θρόνος.
Αρχή που βγήκε ο Χριστός, Άγιος και πνευματικός,
στη γη, στη γη να περπατήσει
και να μας, και να μας καλοκαρδίσει.
Άγιος Βασίλης έρχεται, (άρχοντες το κατέχετε),
από, από την Καισαρεία, ζησ αρχό, ζήσ’ αρχόντισσα κυρία.
Βαστάει εικόνα και χαρτί, (με το Χριστό το Λυτρωτή),
χαρτί, χαρτί και καλαμάρι, δες και με, δες κι εμέ το παλικάρι.
Σ αυτό το σπίτι που ρθαμε, πέτρα, πέτρα να μη ραγίσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού, χίλια, χίλια χρόνια να ζήσει.
Και του χρόνου!
Τα κάλαντα Πρωτοχρονιάς και οι τοπικές παραλλαγές
Σε μια εξομολόγηση δέχθηκα μια ερώτηση: "Τι είναι Χριστούγεννα; Τι νιώθεις τα Χριστούγεννα";

+Γέροντας Γερμανός Σταυροβουνιώτης

Τα μυρμήγκια όταν βγάζουν φτερά χάνονται








